Δευτέρα 21 Ιανουαρίου 2013

Η ιστορία των γυναικών: μια πολιτική ιστορία

ΤΗΣ ΕΥΤΥΧΙΑΣ ΠΑΝΑΓΙΩΤΟΥ



ΓΙΩΡΓΟΣ ΠΑΜΠΟΥΚΗΣ, Ιστορίες ντροπής – Οι άνδρες, οι θρησκείες, οι νόμοι και η μοίρα των γυναικών, εκδόσεις Πατάκη, σελ. 421


Ο τίτλος του βιβλίου μάς προδιαθέτει για μια ιστορία υπέρ των γυναικών. Και, φυσικά, είναι. Ο υπότιτλος αιτιολογεί μια τέτοια υπεράσπιση: η ζωή των γυναικών διέγραψε εδώ και αιώνες μια πορεία μοιραία, αναπόδραστη και συνάμα κακότυχη, που σήμαινε ουσιαστικά πως η γυναίκα ιστορικά, σε καιρούς ειρήνης αλλά και πολέμου, δεν διέθετε το στοιχειώδες ανθρώπινο δικαίωμα που διέθετε ο άνδρας: να αποφασίζει για τον εαυτό της, να αναλαμβάνει συνεπώς την ευθύνη για τις πράξεις της. Παρά τις εξαιρέσεις της Ιστορίας, όπως ήταν οι προϊστορικές κοινωνίες των Κελτισσών, των Κρητικών και των μαχητικών Αμαζόνων, ή οι περιπτώσεις κοινωνικά προνομιούχων γυναικών (π.χ. στο Βυζάντιο), οι Ιστορίες ντροπής δίνουν μια συνολική εικόνα για το τι συνέβαινε στις γυναίκες ενόσω η επίσημη Ιστορία, καταδικάζοντάς τες στην αφάνεια και την ανυπαρξία, κατέγραφε τα κατορθώματα των ανδρών. Γιατί η πρώτη ολοκληρωμένη Ιστορία για τις γυναίκες γράφτηκε στον αγγλοσαξονικό κόσμο μόλις το 1960. Επομένως, η άλλη όψη της πραγματικότητας, την οποία μας παραθέτει με ιδιαίτερη ζωντάνια ο Γιώργος Παμπούκης, φέρνει στην επιφάνεια αποσιωπημένα γεγονότα, υπενθυμίζοντάς μας την υποχρέωση να αντιμετωπίζουμε όλα τα ιστορικά «αυτονόητα» με κριτικό βλέμμα.

Η «μοίρα» των γυναικών ταυτίστηκε λοιπόν με μια ανακύκληση της θυματοποίησής της μέσα στο χρόνο. Γι’ αυτό τον ασφυκτικό κλοιό υπεύθυνοι είναι οι άνδρες, οι οποίοι όχι μόνο θεσμοθέτησαν ένα τέτοιο καθεστώς υποτέλειας αλλά και το ανήγαγαν στη θεία βούληση. Μέσα από την οικουμενική ισχύ των θεσμών και των θρησκειών, οι μόνοι κατέχοντες πολιτική εξουσία «φυσικοποίησαν» σταδιακά στη συνείδησή μας τον δοτό, κατασκευασμένο και δαιμονοποιημένο κοινωνικό ρόλο του γυναικείου φύλου. Στις κοινωνίες τής μη μονοθεϊστικής Κίνας, για παράδειγμα, το απάνθρωπο παλιό έθιμο των σπασμένων και δεμένων γυναικείων ποδιών, που λειτούργησε σταδιακά ως σεξουαλικό φετίχ, κάλυπτε τον 19ο αιώνα το 40-50% του γυναικείου πληθυσμού. Αλλά και σήμερα ακόμα, στην ίδια χώρα και αλλού, πολλά νεογέννητα, μόνο και μόνο επειδή είναι θηλυκά, πετιούνται στους κάδους απορριμμάτων, όπου ξεψυχούν.

Η φυσικοποίηση του γυναικείου θανάτου, μεταφορικά και κυριολεκτικά, με τις επαναλήψεις τιμωριών ή άλλων επιτελεστικών διαδικασιών που ανταποκρίνονταν σε κάποιο «φυσικό δικαίο», έπειθαν και τη γυναίκα ότι αποτελεί υπάνθρωπο ή ότι εν πάση περιπτώσει δεν δικαιούνταν ίσης μεταχείρισης με τον άνδρα. Η μετατροπή εξωτερικών χαρακτηριστικών όπως το βιολογικό φύλο σε εσωτερικά, ηθικά μειονεκτήματα, οδήγησε την πλειονότητα των γυναικών στην αποδοχή και εκλογίκευση της μοίρας τους. Μόνος ιστορικός οδηγός τους, όπως παρατηρεί ο Παμπούκης, οι συμβουλές της υπάκουης και ενάρετης μητέρας τους, μα και ο φόβος της τιμωρίας, που καλλιεργούσε συγχρόνως το δυσβάστακτο αίσθημα της αμαρτίας. Αυτό το αίσθημα ενίσχυαν και τα στιγματισμένα «αντιπρότυπα» της Εύας, της Σαλώμης και της Μαγδαληνής, αν θέλουμε να μιλήσουμε για τη δική μας «θρησκεία της αγάπης». Η αμφισβήτηση και παράβαση των ανδρικών ηθικών ορίων θα στοίχιζε από ένα νέο κορίτσι την ίδια του τη ζωή. Αυτήν και τη μέλλουσα.

Από τις Ιστορίες ντροπής συμπεραίνει κανείς ότι η θρησκεία, ειδικά στα μονοθεϊστικά συστήματα, αποτέλεσε αρωγό της εξουσίας σε συνειδησιακό και ψυχολογικό επίπεδο. Η αδρανοποίηση της γυναίκας οφειλόταν έτσι και στην ενοχική της σχέση με το «μιαρό», όπως τη δίδαξαν από τα γεννοφάσκια, σώμα της. Το ερωτικό σκίρτημα γινόταν ένα τυραννικό μαρτύριο, μια ανολοκλήρωτη φαντασίωση, και οι σχέσεις καταπίεσης και ερωτικής ξηρασίας μεταφέρονταν στα του οίκου. Ενοχή και δυστυχία, άγνοια και αγραμματοσύνη. Με τι όπλα να συνειδητοποιήσει μια γυναίκα τον εαυτό της και τους άλλους; Πώς θα αντιλαμβανόταν μια γυναίκα τις αμφισημίες και αντιφάσεις των ίδιων των ιερών κειμένων; Παρότι κάποιοι διαφωνούν, η επικρατούσα πλέον άποψη είναι ότι τόσο ο Μωυσής όσο και ο Χριστός έτρεφαν φυσική συμπάθεια, διαφορετική ο καθένας, για τις γυναίκες. Αυτή η αγάπη έχει διαστρεβλωθεί, ίσως ανεπανόρθωτα, από τους ερμηνευτές των ιερών κειμένων, τους απολογητές του ισλάμ, του ιουδαϊσμού και του χριστιανισμού. Έχει ενδιαφέρον επίσης να σημειωθεί πως η Θρησκευτική Μεταρρύθμιση της Δυτική Εκκλησίας τον 16ο αιώνα, που οδήγησε στον προτεσταντισμό και υποχρέωνε τους πάντες να γνωρίζουν ανάγνωση ώστε να μελετούν τις Γραφές, αποτελούσε καλό οιωνό και για τον κοινωνικό ρόλο των γυναικών.

Στην Ιστορία, που φτιάχνεται από γεγονότα, που φτιάχνονται με τη σειρά τους από πράξεις υποκειμένων –όχι πάντα ελεύθερων–, η γυναίκα αντιμετωπίστηκε ως το βουβό χρηστικό αντικείμενο που έμελλε να αποκτήσει φωνή, στον δυτικό τουλάχιστον κόσμο, μετά τη δοκιμασία του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου. Ως προς τον ανατολικό κόσμο, είναι ενδεικτικό να πούμε ότι η Γενική Συνέλευση του ΟΗΕ καταδίκασε μόλις πρόσφατα τον ακρωτηριασμό των γυναικείων γεννητικών οργάνων. Για 140 εκατομμύρια μη δυτικές γυναίκες, ο κόσμος αλλάζει τώρα που γράφω αυτό το κείμενο, ασκώντας το δικαίωμά μου για ελεύθερη έκφραση.

Παρά την απόσταση που χωρίζει ένα ψήφισμα από την εφαρμογή του, η πίστη σε ιστορικές αλλαγές, όπως συμπεραίνει κανείς από τις Ιστορίες ντροπής, είναι το πρώτο βήμα προς την αλλαγή. Για του λόγου το αληθές, ο Παμπούκης παραθέτει στατιστικές που επαληθεύουν τη λαχτάρα των γυναικών για παιδεία: στην Τυνησία, μετά την ευνοϊκή για το γυναικείο φύλο τριακονταετή προεδρία του Χαμπίμπ Μπουργκίμπα (1957-1987), οι αγράμματες γυναίκες δεν ξεπερνάνε το 30% του συνόλου, ενώ τα δύο τρίτα των εγγεγραμμένων στα πανεπιστήμια είναι σήμερα γυναίκες. 

Τα παραπάνω είναι για αρκετούς σχεδόν αυτονόητα. Για αρκετούς άλλους, χιλιοειπωμένα. Για τους πολίτες της σύγχρονης δημοκρατίας, πλέον περιττά. Το βιβλίο του Παμπούκη δεν απευθύνεται ωστόσο μόνο σε ερευνητές και ιστορικούς όσο και σε αναγνώστες που δεν είναι σε θέση να παρακολουθήσουν τις σύνθετες, πυκνές και εξειδικευμένες αναλύσεις της κοινωνικής θεωρίας και των φεμινιστικών σπουδών. Απευθύνεται σε όσους και όσες δεν μπορούν να δουν τη σκοπιμότητα ανίερων συμμαχιών, όπως εκείνη ανάμεσα σε τρεις παραδοσιακούς εχθρούς (υπερσυντηρητική προτεσταντική Δεξιά, καθολικούς, υπερσυντηρητικούς ισλαμιστές) επί Μπους του νεότερου, που απέβλεπε στην ανακοπή της πορείας εξίσωσης των δικαιωμάτων ανδρών και γυναικών. 

Στη «μεταφεμινιστική» δεκαετία του 1990, χώρες όπως οι ΗΠΑ, όπου ο φεμινισμός φαντάζει στις εφαρμογές του, καλώς ή κακώς, απειλητικός, επιβεβαιώνεται η «ευελιξία» θρησκευτικών και πολιτικών αξιών ενόψει ωφελιμιστικών στόχων.

Οι Ιστορίες ντροπής είναι μια αφήγηση για το υπαρκτό και στις μέρες μας γυναικείο ζήτημα, για τον αφοπλισμό του ασθενούς από τον εξουσιαστή του με βάση τα εξωτερικά, τα βιολογικά του χαρακτηριστικά. Πρόκειται για την αφήγηση μιας δυσάρεστης πολιτικής υπόθεσης που βλέπουμε να αποκτά περίεργες διαστάσεις σήμερα στην Ελλάδα. Αν επαναστάσεις όπως η Γαλλική και η Ρωσική δεν βελτίωσαν ιδιαιτέρως τη θέση της γυναίκας, αυτό οφείλεται μάλλον στο ότι αποσυνέδεσαν την πολιτική ελευθερία από την προσωπική, με τον ίδιο τρόπο που συνδέθηκε, όπως γράφει η Ελένη Βαρίκα στο βιβλίο Για μια πολιτική γραμματική του φύλου, η αταξία στον οίκο με την αταξία στην πολιτική.

Το αρχαίο ρητό «τα εν οίκω μη εν δήμω» αντικαταστάθηκε ορθώς τέλη της δεκαετίας του 1960 από το σύνθημα «το προσωπικό είναι πολιτικό». Κι επειδή ακριβώς το ζήτημα είναι πολιτικό (δεν είναι ούτε φυσιοκρατικό ούτε οντολογικό), όπως μας αποδεικνύει στο βιβλίο του ο Παμπούκης, οι αγώνες έχουν ανάγκη από σαφή νομική κατοχύρωση. Το Άρθρο 2 της Παγκόσμιας Συνόδου του ΟΗΕ το 1993 ξεκαθαρίζει την απροσδιοριστία ανάμεσα στη σχέση ιδιωτικού και δημόσιου βίου: «Ορίζονται ως πράξεις βίας σε βάρος του θηλυκού γένους οι πράξεις εκείνες οι οποίες επιφέρουν ή μπορούν να επιφέρουν μια δυσμενή για τη γυναίκα φυσική, σεξουαλική ή ψυχολογική κατάσταση. Σ’ αυτές συμπεριλαμβάνονται και οι απειλές για παρόμοιες πράξεις, ο τυχόν καταναγκασμός συμμετοχής του υποκειμένου στις πράξεις αυτές, αλλά και η αυθαίρετη αποστέρηση της ελευθερίας του υποκειμένου, ασχέτως αν τα παραπάνω αφορούν την ιδιωτική ή τη δημόσια ζωή του …» Για τις ανυπεράσπιστες γυναίκες του ισλαμικού κόσμου, όπου η ίδια η κοινωνία συναινεί σε πράξεις ασύλληπτης βίας στον ιδιωτικό βίο, τέτοια ψηφίσματα είναι σωτήρια.     

Το θέμα είναι ανεξάντλητο. Το βιβλίο διαφωτιστικό. Θα μπορούσε να έχει περισσότερη βιβλιογραφία για όσους επιθυμούν να συνεχίσουν το διάβασμα. Κλείνοντας, αναρωτιέμαι πόσοι έχουμε συνειδητοποιήσει ότι ο κόσμος αυτός θα ήταν εξαιρετικά διαφορετικός αν η γυναίκα ήταν σε όλες τις χώρες ελεύθερη πολίτης. Γράφω «πολίτης» και σκοντάφτω –όπως η Τζένη Μαστοράκη στα Διόδια σκόνταφτε στις προτομές– σε ένα νεοελληνικό αρσενικό όνομα.


Η Ευτυχία Παναγιώτου είναι ποιήτρια
  Πηγή: Αναγνώσεις της Κυριακάτικης Αυγής

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου