Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα δημιουργοί. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα δημιουργοί. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Σάββατο 9 Ιουνίου 2012

"'Εφυγε" η αγαπημένη συγγραφέας των παιδιών, Ζώρζ Σαρή


Έφυγε από τη ζωή στα 87 της χρόνια η συγγραφέας και ηθοποιός Ζώρζ Σαρή. Η κηδεία της θα γίνει την Τρίτη 12/6 από το Α' Νεκροταφείο
Υπήρξε μία σπουδαία γυναίκα . Με τα κείμενά της μεγάλωσαν γενιές και γενιές Ελλήνων, ενώ οι αξίες που ανέδειξε μέσα από το έργο της, αλλά και την προσωπική της διαδρομή, παραμένουν επίκαιρες και διαχρονικές.



Βιογραφικά 
Γεννήθηκε το 1925 στην Αθήνα από Μικρασιάτη πατέρα και Γαλλίδα μητέρα. Άρχισε από πολύ μικρή να ασχολείται με το θέατρο, με δάσκαλο το Βασίλη Ρώτα. Μεγαλύτερη, στα χρόνια της Κατοχής, φοίτησε στη Δραματική Σχολή του Ροντήρη. Στη διάρκεια του πολέμου η Ζωρζ Σαρή συμμετείχε στην Αντίσταση και στην ΕΠΟΝ. Το ’47 αναγκάστηκε να φύγει εξόριστη στο Παρίσι, αλλά συνέχισε τις σπουδές της στη σχολή του Σαρλ Νιτλέν. Στο Παρίσι γνώρισε και παντρεύτηκε τον Αιγυπτιώτη χειρούργο Μάρκελλο Καρακώστα, από τον οποίο απέκτησε δύο παιδιά. Το 1962 επέστρεψε στην Ελλάδα και άρχισε να εμφανίζεται στο θέατρο και τον κινηματογράφο μέχρι το 1967, ώσπου, με την κήρυξη της χούντας έμεινε άνεργη και στράφηκε στο γράψιμο.
Πρωτοεμφανίστηκε ως συγγραφέας το 1969 με το Θησαυρό της Βαγίας, που έγινε μεγάλη επιτυχία και αργότερα μεταφέρθηκε και στην τηλεόραση. Συνέχισε γράφοντας πολλά βιβλία κυρίως για μικρά παιδιά και νέους, όπως επίσης και θεατρικά έργα. Η θεματολογία της αρκετές φορές περιστρέφεται γύρω από σημαντικές στιγμές της νεότερης ελληνικής ιστορίας, όπως το δίπτυχο Όταν ο Ήλιος... και Οι Νικητές, που αναφέρονται στην Κατοχή και τον Εμφύλιο, ή το μυθιστόρημα Τα γενέθλια, που εκτυλίσσεται κατά τη διάρκεια της Χούντας. Μαζί με την Άλκη Ζέη καθιέρωσε ένα νέο στυλ στο νεανικό μυθιστόρημα, τόσο από την άποψη του ζωντανού, αυτοβιογραφικού ύφους όσο και της εισαγωγής του πολιτικού, κοινωνικού και ιστορικού στοιχείου στο είδος. Το 1994 βραβεύτηκε με το Βραβείο Παιδικού Λογοτεχνικού Βιβλίου για το μυθιστόρημα Νινέτ Το 1995 και το 1999 βραβεύτηκε από τον Κύκλο Ελληνικού Παιδικού Βιβλίου. Το 1988 προτάθηκε για το βραβείο Χανς Κρίστιαν Άντερσεν. Ως ηθοποιός έχει βραβευτεί το 1960 με το βραβείο Β' Γυναικείου ρόλου του Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης. Πέθανε στις 9 Ιουνίου του 2012 σε ηλικία 87 χρονών.

 

   

 Βιβλιογραφία , Μυθιστορήματα

  • Ο Θησαυρός της Βαγίας (1969)
  • Το Ψέμα (1970)
  • Όταν ο Ήλιος… (1971)
  • Κόκκινη κλωστή δεμένη… (1974)
  • Τα γενέθλια (1977)
  • Τα στενά παπούτσια (1979)
  • Οι νικητές (1983)
  • Τα Χέγια (1987)
  • Το παραράδιασμα (1989)
  • Κρίμα κι άδικο (1990)
  • Nινέτ (1993)

Πέμπτη 7 Ιουνίου 2012

Σαν σήμερα... Πωλ Γκωγκέν

Σαν σήμερα 7 Ιουνίου 1848 γεννήθηκε ο σπουδαίος μεταϊμπρεσιονιστής ζωγράφος Πωλ Γκωγκέν.




 
Ο Πωλ Γκωγκέν (Eugène Henri Paul Gauguin, Παρίσι, 7 Ιουνίου 1848 – Νήσοι Μαρκησίες, 9 Μαΐου 1903) ήταν σημαντικός Γάλλος ζωγράφος, εκπρόσωπος του ρεύματος του μετα-ιμπρεσιονισμού και έντονα πειραματικός καλλιτέχνης που επηρέασε τα ρεύματα της μοντέρνας τέχνης. Θεωρείται σήμερα ένας από τους μείζονες ζωγράφους όλων των εποχών.

ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΑ
 
Ο Γκωγκέν, με καταγωγή από Ισπανούς αποίκους στη Λατινική Αμερική, γεννήθηκε στο Παρίσι αλλά πέρασε τα παιδικά του χρόνια στη Λίμα (Περού). Σπούδασε στην Ορλεάνη της Γαλλίας και αμέσως μετά ταξίδεψε ανά τον κόσμο με εμπορικά πλοία και αργότερα με το Γαλλικό Ναυτικό για ένα διάστημα περίπου έξι ετών. Επέστρεψε στη Γαλλία το 1870, όπου και εργάστηκε ως βοηθός χρηματιστή. Παράλληλα με αυτή την ιδιότητά του, ο Γκωγκέν περνούσε μέρος του χρόνου του ζωγραφίζοντας με τον Καμίλ Πισαρό και τον Σεζάν. Αν και οι πρώτες προσπάθειές του ήταν αδέξιες, σημείωσε σταδιακά αξιοσημείωτη πρόοδο. Μέχρι το 1886 ο Γκωγκέν βρίσκονταν σε επαφή με τους ιμπρεσιονιστές καλλιτέχνες και συμμετείχε με έργα του στις εκθέσεις τους τα έτη 1876, 1880, 1881, 1882 και 1886. Το 1884 μετακόμισε με την οικογένειά του στην Κοπεγχάγη, όπου προσπάθησε να ακολουθήσει — χωρίς επιτυχία — επαγγελματική σταδιοδρομία στις επιχειρήσεις. Τελικά, επέστρεψε στο Παρίσι το 1885, αφήνοντας την οικογένειά του στη Δανία και αποφασισμένος να αφοσιωθεί ολοκληρωτικά στην ζωγραφική. Χωρίς επαρκείς πόρους επιβίωσης, η σύζυγος και τα παιδιά του επέστρεψαν στην οικογένειά της. Την περίοδο 1886–1891, ο Γκωγκέν έζησε κυρίως στην περιοχή της Βρετάνης, όπου ζούσαν επίσης αρκετοί πειραματικοί ζωγράφοι που εντάσσονται συχνά στη λεγόμενη «Σχολή της Pont-Aven». Επηρεασμένος από τον ζωγράφο Εμίλ Μπερνάρ, ο Γκωγκέν μετάβαλε σημαντικά το ύφος της ζωγραφικής του.

 Τα κύρια χαρακτηριστικά γνωρίσματα της ζωγραφικής του έγιναν η χρήση μεγάλων επιφανειών και έντονων χρωμάτων. Ο Γκωγκέν δήλωνε πλέον απογοητευμένος από τον ιμπρεσιονισμό και στράφηκε περισσότερο στην αφρικανική τέχνη και την τέχνη της Ασίας. Παράλληλα, ήρθε σε επαφή με το έργο του Βίνσεντ βαν Γκογκ, περίπου το 1888, το οποίο και αναγνώρισε ως ιδιαίτερα σημαντικό. Με τον βαν Γκογκ συνδέθηκε φιλικά και τον επισκέφθηκε για ένα διάστημα δύο μηνών στην Αρλ. Τόσο ο Γκωγκέν όσο και ο βαν Γκογκ έπασχαν από κατάθλιψη και η συγκατοίκησή τους κατέληξε σε έντονη διαμάχη, με τελική συνέπεια ο βαν Γκογκ να κόψει μέρος του αριστερού αυτιού του, αφού προηγουμένως είχε απειλήσει να σκοτώσει τον Γκωγκέν.. Σε κακή ψυχολογική κατάσταση, ο Γκωγκέν εγκατέλειψε την Ευρώπη το 1891, για να ταξιδέψει στην Πολυνησία. Αρχικά εγκαταστάθηκε στην Ταϊτή και αργότερα στις νήσους Μαρκησίες (Μαρκέζας ή νήσοι Μαρκησίας). Εκεί πέρασε σχεδόν όλη την υπόλοιπη ζωή του, πραγματοποιώντας μόνον μία μόνον επίσκεψη στην Γαλλία. Τα έργα της περιόδου αυτής θεωρούνται ίσως τα καλύτερα δείγματα της δουλειάς του και ξεχωρίζουν για τον έντονο συμβολισμό τους και τον πολλές φορές θρησκευτικό χαρακτήρα τους, εμφανώς επηρεασμένος από τον πολιτισμό των ιθαγενών της Πολυνησίας. Το σύνολο του έργου του Γκωγκέν, και κυρίως οι πειραματισμοί του γύρω από τη χρήση των χρωμάτων, θεωρείται πως επηρέασαν σημαντικά τα καλλιτεχνικά ρεύματα του 20ού αιώνα και ειδικότερα τον φωβισμό. απο ΒΙΚΙΠΑΙΔΕΙΑ
















Δευτέρα 28 Μαΐου 2012

Εγώ ο Γκύντερ Γκρας, έγραψα εκείνο το ποίημα της ντροπής

Ο Γερμανός συγγραφέας Γκίντερ Γκρας δημοσίευσε στην εφημερίδα Süddeutsche Zeitung ένα ποίημα συμπαράστασης στην Ελλάδα με τίτλο , "Η Ντροπή της Ευρώπης" ένα ποίημα που προκάλεσε μεγάλο θόρυβο. Μετά την δημοσίευση του ποιήματος, μια άλλη γερμανική εφημερίδα, η FAZ, δημοσίευσε ένα άρθρο από το οποίο πολλοί συμπέραναν ότι το ποίημα δεν είχε γραφτεί από τον Γκρας αλλά ήταν φάρσα, παρωδία, γραμμένη από ένα σατιρικό περιοδικό.Την πατρότητα βέβαια του ποιήματος του επιβεβαίωσε ο Γκύντερ Γκρας διαβάζοντας το ποίημα σε  ζωντανή σύνδεση στη γερμανική κρατική ραδιοφωνία.http://www.ndr.de/ndrkultur/grass197.html

Ο Γκύντερ Γκρας είναι ένας από τους σημαντικότερους μεταπολεμικούς Γερμανούς συγγραφείς ο οποίος βραβεύτηκε το 1999 με το Νόμπελ Λογοτεχνίας. Εκτός από τα μυθιστορήματα με τα οποία έγινε γνωστός σε ολόκληρο τον κόσμο,έγραψε θεατρικά έργα και ασχολήθηκε με την ποίηση. Συγχρόνως είχε έντονη ανάμειξη στην πολιτική ζωή της Γερμανίας.περισσότερα


Europas Schande
Η ΝΤΡΟΠΗ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΗΣ
Είσαι πολύ κοντά στο χάος,
γιατί δε συμμορφώθηκες πλήρως στην αγορά

 Ό,τι με την ψυχή ζητούσες και νόμιζες πως είχες βρει
τώρα σαν κάτι περιττό αποβάλλεις και το πετάς μες στα σκουπίδια.
 
Ολόγυμνη σαν οφειλέτης διαπομπεύεται, υποφέρει η χώρα εκείνη
που έλεγες πως της χρωστάς ευγνωμοσύνη.
 
Στη φτώχια καταδικασμένος τόπος, τόπος που ο πλούτος του
τώρα στολίζει τα μουσεία: λάφυρα που έχεις τη φροντίδα Εσύ.
 
Κείνοι που χίμηξαν με την ορμή των όπλων στη χώρα την ευλογημένη με νησιά
στολή φορούσαν και κρατούσαν τον Χέλντερλιν μες στο γυλιό τους.


Καμιά ανοχή πλέον δε δείχνεις στη χώρα
που οι συνταγματάρχες υπήρξαν σύμμαχοι ανεκτικοί.


Χώρα που ζει δίχως το δίκιο, μα με εξουσία που επιμένει πως έχοντας αυτή το δίκιο
ολοένα σφίγγει κι άλλο το ζωνάρι.


Σε πείσμα σου η Αντιγόνη μαυροφορεί - σ’ όλη τη χώρα
πενθοφορεί και ο λαός της που κάποτε σ’ είχε φιλοξενήσει.


Μα οι ακόλουθοι του Κροίσου έχουν στοιβάξει έξω απ’ τη χώρα,
στα θησαυροφυλάκιά σου, ό,τι σαν μάλαμα αστράφτει.


Πιες, επιτέλους, πιες κραυγάζουν επίτροποι σαν μαζορέττες
μα ο Σωκράτης σού επιστρέφει γεμάτο πίσω το ποτήρι.


Σύσσωμοι, ό,τι σου ανήκει, βαριά θα ρίξουν την κατάρα
θεοί, αφού η θέλησή σου ζητά ξεπούλημα του Ολύμπου.


Χωρίς του πνεύματος τροφή, τότε κι εσύ θα καταρρεύσεις
δίχως τη χώρα που ο νους της, Ευρώπη, εσένα έχει πλάσει.


(απόδοση στα ελληνικά Γιάννης Ευθυμιάδης - Σοφία Γεωργαλλίδη) http://www.efthymiades.blogspot.com/2012/05/gunter-grass-suddeutsche-zeitung-25-5.html
 
  Εγώ ο Γκύντερ Γκρας, είμαι από την ελεύθερη πόλη του Ντάνσιχ
Η μάνα μου στη Γερμανία με κουβάλησε
Και της Πολωνίας τα τραύματα θα είναι μέσα μου ως το θάνατό μου
Το ροζάριο, η μετάληψη, το φτωχικό γεύμα της πατάτας
Αχ τα χωράφια της πατάτας...

Εκεί δεν μεγάλωνε  ο μικρός μου Όσκαρ
Προσκολημένος στο ταμπούρλο του
Κάτω από τα φουστάνια εκείνης της γυναίκας
Ναι εγώ είμαι η ηθική συνείδηση της χώρας μου
Να μην ξεχάσει
Να μην κλείσει τους λογαριασμούς της με την ιστορία
Ναι εγώ είμαι ο Γκύντερ Γκρας που έγραψε εκείνο το ποίημα 
Για τη Ντροπή της Ευρώπης
Τη ντροπή της χώρας μου
Εκείνο το ποίημα - απάτη
Hoax…και όποιος αντέξει
Που πίκρανε σαν το «απελθέτω» του Σωκράτη
Εγώ είμαι ο Γκύντερ Γκρας
Που όπως εκείνο το χωριό στην Ισπανία
Τότε που ανέκριναν έναν έναν ποιος τόκανε
Και ποιος σκότωσε το διοικητή που έστειλε ο βασιλιάς
Ενας ένας και όλοι έλεγαν εγώ το έκανα
Η Φουέντε Οβεχούνα το έκανε
Κανείς δηλαδή
Έτσι και τώρα σας λέω
Μην ψάχνετε να βρείτε τον φταίχτη
Μην ψάχνετε ποιος έκανε την απάτη
Εγώ το έγραψα αυτό το "κακό" ποίημα
Ο μικρός Όσκαρ
Βγήκα κάτω από τα φουστάνια της γιαγιάς μου
Χτυπώντας δυνατά το ταμπούρλο μου
Και σας το λέω…
© Πόλυ Χατζημανωλάκη, Μάιος 2012
Mε αφορμή την είδηση ότι το ποίημα του Γκύντερ Γκρας 
Πηγή: http://waxtablets.blogspot.com/

Παρασκευή 20 Απριλίου 2012

Τάσος Λειβαδίτης - Ο ποιητής των μεγάλων ονείρων


       "Ο κόσμος μόνο όταν τον μοιράζεσαι υπάρχει" 
   Τάσος Λειβαδίτης

 φωτο Ιριδίζον Όνειδος

Σαν σήμερα 20 Απριλίου 1922 γεννήθηκε ο ποιητής των μεγάλων ονείρων Τάσος Λειβαδίτης

                                  Ο μουσικός  

Συχνά τη νύχτα, χωρίς να το καταλάβω, έφτανα σε μια άλλη πόλη, δεν υπήρχε παρά μόνο ένας γέρος, που ονειρευόταν κάποτε να γίνει μουσικός, και τώρα καθόταν μισόγυμνος μες στη βροχή – με το σακάκι του είχε σκεπάσει πάνω στα γόνατα του ένα παλιό, φανταστικό βιολί, «το ακούς;» μου λέει, «ναι, του λέω, πάντα το άκουγα, ενώ στο βάθος του δρόμου το άγαλμα διηγόταν στα πουλιά το αληθινό ταξίδι


                      

 Περιμένοντας το βράδυ

Δεν ξέρω πώς, δεν ξέρω πού, δεν ξέρω πότε, όμως τα βραδιά
 κάποιος κλαίει πίσω από την πόρτα
κι η μουσική είναι φίλη μας – και συχνά μέσα στον ύπνο
ακούμε τα βήματα παλιών πνιγμένων ή περνούν μες
στον καθρέφτη πρόσωπα
που τα είδαμε κάποτε σ’ ένα δρόμο η ένα παράθυρο
και ξανάρχονται επίμονα
σαν ένα άρωμα απ’ τη νιότη μας – το μέλλον είναι άγνωστο
το παρελθόν ένα αίνιγμα
η στιγμή βιαστική κι ανεξήγητη.
Οι ταξιδιώτες χάθηκαν στο βάθος
άλλους τους κράτησε για πάντα το φεγγάρι
οι καγκελόπορτες το βράδυ ανοίγουνε μ’ ένα λυγμό
οι ταχυδρόμοι ξέχασαν το δρόμο
κι η εξήγηση θα ‘ρθει κάποτε
όταν δεν θα χρειάζεται πια καμία εξήγηση
Α, πόσα ρόδα στο ηλιοβασίλεμα – τι έρωτες Θέε μου, τι ηδονές
τι όνειρα,
ας πάμε τώρα να εξαγνιστούμε μες στη λησμονιά.

Αλλά τα βράδια 

Και να που φτάσαμε εδώ
Χωρίς αποσκευές
Μα μ’ ένα τόσο ωραίο φεγγάρι
Και εγώ ονειρεύτηκα έναν καλύτερο κόσμο
Φτωχή ανθρωπότητα, δεν μπόρεσες
ούτε ένα κεφαλαίο να γράψεις ακόμα
Σα σανίδα από θλιβερό ναυάγιο
ταξιδεύει η γηραιά μας ήπειρος
Αλλά τα βράδια τι όμορφα
που μυρίζει η γη
Βέβαια αγάπησε
τα ιδανικά της ανθρωπότητας,
αλλά τα πουλιά
πετούσαν πιο πέρα
Σκληρός, άκαρδος κόσμος,
που δεν άνοιξε ποτέ μιαν ομπρέλα
πάνω απ’ το δέντρο που βρέχεται
Αλλά τα βράδια τι όμορφα
που μυρίζει η γη
Ύστερα ανακάλυψαν την πυξίδα
για να πεθαίνουν κι αλλού
και την απληστία
για να μένουν νεκροί για πάντα
Αλλά καθώς βραδιάζει
ένα φλάουτο κάπου
ή ένα άστρο συνηγορεί
για όλη την ανθρωπότητα
Αλλά τα βράδια τι όμορφα
που μυρίζει η γη
Καθώς μένω στο δωμάτιο μου,
μου ‘ρχονται άξαφνα φαεινές ιδέες
Φοράω το σακάκι του πατέρα
κι έτσι είμαστε δυο,
κι αν κάποτε μ’ άκουσαν να γαβγίζω
ήταν για να δώσω
έναν αέρα εξοχής στο δωμάτιο
Αλλά τα βράδια τι όμορφα
που μυρίζει η γη
Κάποτε θα αποδίδουμε δικαιοσύνη
μ’ ένα άστρο ή μ’ ένα γιασεμί
σαν ένα τραγούδι που καθώς βρέχει
παίρνει το μέρος των φτωχών
Αλλά τα βράδια τι όμορφα
που μυρίζει η γη!
Δως μου το χέρι σου..
Δως μου το χέρι σου
                                         

Βίντεο από την εκδήλωση - αφιέρωμα στον Τάσο Λειβαδίτη
από το  Τροφώνιο Ωδείο  και το βιβλιοπωλείο Σύγχρονη Έκφραση (Παγκόσμια ημέρα Ποίησης) 21 Μαρτίου 2010

                                           
                                   

    Αυτὸ το αστέρι ειναι γιὰ όλους ...

«Ναι, αγαπημένη μου
Εμείς γι’ αυτά τα λίγα κι απλά πράγματα πολεμάμε
για να μπορούμε να’ χουμε μια λάμπα,
ένα σκαμνί
ένα χαρούμενο δρόμο το πρωί
ένα ήρεμο όνειρο το βράδυ.
Για να’ χουμε έναν έρωτα που να μη μας τον λερώνουν,
ένα τραγούδι που να μπορούμε να το τραγουδάμε…»




                                          

 

                                        Τάσος Λειβαδίτης - Τέχνη
Έζησα τα πάθη σα μια φωτιά, τάδα ύστερα να μαραίνονται
και να σβήνουν,
και μ' όλο που ξέφευγα απόνα κίνδυνο, έκλαψα
γι' αυτό το τέλος που υπάρχει σε όλα. Δόθηκα στα πιο μεγάλα
ιδανικά, μετά τ' απαρνήθηκα,
και τους ξαναδόθηκα ακόμα πιο ασυγκράτητα. Ένοιωσα
ντροπή μπροστά στους καλοντυμένους,
και θανάσιμη ενοχή για όλους τους ταπεινωμένους και τους
φτωχούς,
είδα τη νεότητα να φεύγει, να σαπίζουν τα δόντια,
θέλησα να σκοτωθώ, από δειλία ή ματαιοδοξία,
συχώρεσα εκείνους που με σύντριψαν, έγλυψα εκεί που
έφτυσα,
έζησα την απάνθρωπη στιγμή, όταν ανακαλύπτεις, πλέον
αργά, ότι είσαι ένας άλλος
από κείνον που ονειρευόσουνα, ντρόπιασα τ' όνομά μου
για να μη μείνει ούτε κηλίδα εγωισμού απάνω μου ―
κι ήταν ο πιο φριχτός εγωισμός. Τις νύχτες έκλαψα,
συνθηκολόγησα τις μέρες, αδιάκοπη πάλη μ' αυτόν τον
δαίμονα μέσα μου
που τα ήθελε όλα, τούδωσα τις πιο γενναίες μου πράξεις,
τα πιο καθάρια μου όνειρα
και πείναγε, τούδωσα αμαρτίες βαριές, τον πότισα αλκοόλ,
χρέη, εξευτελισμούς,
και πείναγε. Βούλιαξα σε μικροζητήματα
φιλονίκησα για μιας σπιθαμής θέση, κατηγόρησα,
έκανα το χρέος μου από υπολογισμό, και την άλλη στιγμή,
χωρίς κανείς να μου το ζητήσει
έκοψα μικρά-μικρά κομμάτια τον εαυτό μου και τον μοίρασα
στα σκυλιά.
Τώρα, κάθομαι μες στη νύχτα και σκέφτομαι, πως ίσως πια
μπορώ να γράψω
ένα στίχο, αληθινό.
 


http://tassosleivaditis.wordpress.com/

Κυριακή 8 Απριλίου 2012

Διονύσιος Σολωμός

Σαν σήμερα 8 Απριλίου 1798 γεννήθηκε ο Διονύσιος Σολωμός.


Ο Ἀπρίλης μὲ τὸν Ἔρωτα χορεύουν καὶ γελοῦνε,
κι ὅσ᾿ ἄνθια βγαίνουν καὶ καρποὶ τόσ᾿ ἄρματα σὲ κλειοῦνε. Λευκὸ βουνάκι πρόβατα κινούμενο βελάζει
Καὶ μὲς τὴ θάλασσα βαθειὰ ξαναπετειέται πάλι,
Κι᾿ ὁλόλευκο ἐσύσμιξε μὲ τ᾿ οὐρανοῦ τὰ κάλλη.
Καὶ μὲς τῆς λίμνης τὰ νερά, ὅπ᾿ ἔφθασε μ᾿ ἀσπούδα
Ἔπαιξε μὲ τὸν ἴσκιο τῆς γαλάζια πεταλούδα,
Ποὺ εὐωδίασε τὸν ὕπνο της μέσα στὸν ἄγριο κρίνο·
Τὸ σκουληκάκι βρίσκεται σ᾿ ὥρα γλυκειὰ κ᾿ ἐκεῖνο.
Μάγεμα ἡ φύσις κι᾿ ὄνειρο στὴν ὀμορφιὰ καὶ χάρη,
Ἡ μαύρη πέτρα ὁλόχρυση καὶ τὸ ξερὸ χορτάρι·
Μὲ χίλιες βρύσες χύνεται, μὲ χίλιες γλῶσσες κρένει:
Ὅποιος πεθάνῃ σήμερα χίλιες φορὲς πεθαίνει.
Τρέμ᾿ ἡ ψυχὴ καὶ ξαστοχᾶ γλυκὰ τὸν ἑαυτό της.

                                

 Ο Διονύσιος Σολωμός (8 Απριλίου 1798 - 9 Φεβρουαρίου 1857) ήταν Ζακυνθινός Έλληνας ποιητής, περισσότερο γνωστός για τη συγγραφή του ποιήματος Ύμνος εις την Ελευθερίαν το 1823, οι πρώτες δυο στροφές του οποίου έγιναν ο ελληνικός εθνικός ύμνος. Κεντρικό πρόσωπο της Επτανησιακής σχολής, ο Διονύσιος Σολωμός θεωρήθηκε και θεωρείται ο εθνικός ποιητής της Ελλάδας, όχι μόνον γιατί έγραψε τον Εθνικό Ύμνο, αλλά και γιατί αξιοποίησε την προγενέστερη ποιητική παράδοση (κρητική λογοτεχνία, Δημοτικό τραγούδι) και ήταν ο πρώτος που καλλιέργησε συστηματικά τη δημοτική γλώσσα και άνοιξε τον δρόμο για τη χρησιμοποίησή της στη λογοτεχνία, αλλάζοντας ακόμη περισσότερο τη στάθμη της. Σύμφωνα με τις απόψεις του δημιουργούσε «από τον ρωμαντισμό μαζί με τον κλασικισμό ένα [...]είδος μιχτό, αλλά νόμιμο.
Εκτός από τον Ύμνο εις την Ελευθερίαν, τα σπουδαιότερα έργα του είναι: Ο Κρητικός, Ελεύθεροι Πολιορκημένοι, Ο Πόρφυρας, Η Γυναίκα της Ζάκυνθος, Λάμπρος. Το βασικό χαρακτηριστικό της ποιητικής παραγωγής του είναι η αποσπασματική μορφή: κανένα από τα ποιήματα που έγραψε μετά τον Ύμνο εις την Ελευθερίαν δεν είναι ολοκληρωμένο και με ελάχιστες εξαιρέσεις, τίποτα δεν δημοσιεύτηκε από τον ίδιο. Ο Κώστας Βάρναλης περιέγραψε εύστοχα την αποσπασματικότητα του σολωμικού έργου με τη φράση «...(Ο Σολωμός) πάντα τα έγραφε, αλλά ποτές του δεν τα έγραψε».βικιπαίδεια
 

Διονύσιος Σολωμός - Ἐλεύθεροι Πολιορκημένοι

Τετάρτη 14 Δεκεμβρίου 2011

Εφυγε η Σώτια του αγώνα και των χιλιοτραγουδισμένων στίχων

«Στιχουργό μ' έκαναν δύο Παπαδόπουλοι: ο δικτάτορας Γεώργιος και ο ποιητής και στιχουργός Λευτέρης Παπαδόπουλος», έλεγε αστειευόμενη η Σώτια Τσώτου

Η Σώτια Τσώτου πέθανε το Σάββατο στα 69 της χρόνια έχοντας παλέψει με τον καρκίνο.
Είχε γεννηθεί στη Λιβαδειά ήταν το 5ο παιδί της οικογένειας του αγωνιστή του ΕΛΑΣ, Γιώργου Κρανιώτη, που εκτελέστηκε το '43 από τους Γερμανούς στο σπίτι του.
Το όνομά της κυρίως συνδέθηκε με τον Κώστα Χατζή...

Αναδημοσίευση από Ελευθεροτυπία 
Εφυγε η Σώτια του αγώνα και των χιλιοτραγουδισμένων στίχων
«Εγώ τη νύχτα μόνο ζω, μαζί μ' εκείνους π' αγαπώ, με τους παράνομους και τους αδικημένους», τραγουδούσε το '92 ο Στέλιος Καζαντζίδης στο περίφημο «Βραδιάζει». Οι στίχοι όμως, με μια πηγαία, αυθεντική λαϊκότητα, αντανακλούσαν μια αυτοβιογραφική πραγματικότητα που αφορούσε τη δημιουργό τους.
«Στιχουργό μ' έκαναν δύο Παπαδόπουλοι: ο δικτάτορας Γεώργιος και ο ποιητής και στιχουργός Λευτέρης Παπαδόπουλος», έλεγε αστειευόμενη η Σώτια Τσώτου  

Τρίτη 1 Νοεμβρίου 2011

«Αυτό που ζούμε τώρα είναι... α-φύλιος» Θ. Τερζόπουλος, σκηνοθέτης

Ο Θεόδωρος Τερζόπουλος, σκηνοθέτης και ιδρυτής της θεατρικής ομάδας «ΑΤΤΙΣ», μιλά στην Κρυσταλία Πατούλη για τη θεατρική παράσταση «Μάουζερ», την αγαπημένη του Μαρία Μπέϊκου, τον Χάινερ Μίλερ, αλλά και έναν... εμφύλιο που με την σκηνοθετική του μέθοδο εδώ και χρόνια αγωνίζεται να διαχειριστεί με στόχο την επικοινωνία και έκφραση των δύο αντιμαχόμενων στρατοπέδων, ενώ παράλληλα και αντίθετα η χώρα μας βιώνει έναν «α-φύλιο».
               
Για τρίτη χρονιά φέτος το Μάουζερ στο θέατρο Άττις, εν απουσία της Μαρίας Μπέϊκου... Θέλετε να μας πείτε για την παράσταση και τη συμμετοχή της μέχρις τις 24 Μαρτίου του 2011, που έφυγε από τη ζωή;
Αποφάσισα πέρυσι να παρουσιάσω για πρώτη φορά το Μάουζερ, προς τιμή του Χάινερ Μίλερ, για τα 80 χρόνια από την γέννηση του, ο οποίος ήταν δάσκαλος μου, μέντορας και συνεργάτης μου. Καθώς το θέμα του έργου είναι ο Ρώσικος εμφύλιος και γενικά ο εμφύλιος, σκέφτηκα αμέσως, να το συζητήσω με τη Μαρία.
Τη ρώτησα λοιπόν «Τι θα έλεγες για μια συμμετοχή;» προς στιγμήν έμεινε άφωνη και με ρώτησε «Μιλάς σοβαρά;», «Σοβαρότατα» της απάντησα, και τότε μου είπε αμέσως: «Βεβαίως!», δέχτηκε, δηλαδή, αμέσως, χωρίς να το σκεφτεί σχεδόν καθόλου. Οπότε, στη συνέχεια, της εξήγησα ακριβώς ό,τι έπρεπε να γνωρίζει για το έργο, και της έστειλα το κείμενο για να το διαβάσει.
Ήθελα, πραγματικά, γι’ αυτό το ρόλο, κάποιον με ανάλογο βίωμα και όχι έναν ηθοποιό. Με το βίωμα του εμφυλίου, του αγώνα και της διεκδίκησης. Η Μαρία ήταν πραγματικά το κατάλληλο πρόσωπο κι επιπλέον είχε θεατρική και κινηματογραφική παιδεία, με εξαιρετικές σπουδές  στην Κεντρική Ακαδημία Κινηματογραφίας της Σοβιετικής Ένωσης.
Έτσι, κάποια στιγμή, μετά από μια εβδομάδα προβών, είπα στους ηθοποιούς ότι σήμερα έχουμε καλεσμένη τη Μαρία Μπέίκου. Υπήρχε ήδη το σκηνικό, και εκείνη πήρε αμέσως τη θέση της. Όταν της είπα «Μαρία, διάβασέ τα πολύ απλά, με τον τρόπο που διάβαζες τα κείμενα στην ελληνική εκπομπή του ραδιοφωνικού σταθμού της Μόσχας», εκείνη άρχισε να διαβάζει και μείναμε όλοι άφωνοι! Γιατί σαφώς έπαιξε ρόλο η ίδια η χροιά της φωνή της, η ωριμότητά και το βίωμα της. Ήταν όλο αυτό το φορτίο το πολιτικό, το ιδεολογικό, το αγωνιστικό που έδωσε στο λόγο της μια διάσταση όχι θεατρική αλλά καθολική.
Μ’ αυτή την έννοια ήταν παρούσα η ίδια η ιστορία στην παράσταση και η Μαρία ήταν ένα αυθεντικό πρόσωπο.
Η ίδια, ερχόταν πάντα πολύ πιο νωρίς στις παραστάσεις, γιατί ήθελε να αυτοσυγκεντρώνεται, έπαιρνε την θέση της στη σκηνή, μετά έρχονταν και οι ηθοποιοί και τέλος εγώ. Λίγο πριν την έναρξη της παράστασης η Μαρία διάβαζε το πρώτο κομμάτι της, για να τοποθετήσει τη φωνή της, όπως κάνουν οι πολύ καλοί ηθοποιοί... Κάθε μέρα αφιερώναμε την παράσταση σε έναν αγωνιστή ή σε ένα ιστορικό πρόσωπο του Ρώσικου πολιτισμού, όπως ο Τσαϊκόφσκι, ο Τσέχοφ, ο Γκόγκολ, η Ντεμίτοβα κλπ.
  Κάποιους από όλους αυτούς, μάλιστα, τους είχε γνωρίσει και προσωπικά η ίδια.
Ναι, τους γνώρισε προσωπικά…
Η συνεργασία με τη Μαρία ήταν μια εξαιρετική εμπειρία για όλους μας.
Μάλιστα, πολλές φορές, μάζευε τους ηθοποιούς και τους έλεγε τις ιστορίες της, τα βιώματα της, ή τους συμβούλευε.
Είχε πολύ αγωνία για τους νέους, να μάθουν την ιστορία…
Να μάθουν την ιστορία και να αγωνίζονται, να αντιστέκονται απέναντι στον καταναλωτισμό και σε όλο αυτό το ψευτο-lifestyle που βιώσαμε όλοι σε αυτήν την ψευτοδημοκρατία τις τελευταίες δεκαετίες. Και πραγματικά τους βοήθησε πάρα πολύ. Αυτά τα παιδιά ωριμάσανε μέσα από το Μάουζερ και πήρανε πολύ σημαντικές αποφάσεις και για τη ζωή τους και για την τέχνη τους.
Δεν έπρεπε να μιλάει γιατί έπρεπε να ετοιμάζεται για την βραδινή παράσταση. Της έλεγα «μη μιλάς» αλλά εκείνη μιλούσε διαρκώς. Μου έλεγε «Τώρα πρέπει να ετοιμαστούμε για τον επόμενο ρόλο». Της έλεγα «Μαρία ήρθε η ώρα σου να παίξεις Μπέκετ».
Θυμάμαι στην τελευταία της παράσταση… η Μαρία καταχειροκροτήθηκε.

Φέτος ποια βρίσκεται στη θέση της;
Η Ανέζα Παπαδοπούλου. Οι παραστάσεις ξεκινήσανε την περασμένη Παρασκευή στις 28 Οκτωβρίου και θα παίζουμε κάθε βδομάδα από Τετάρτη μέχρι Κυριακή για 3 μήνες, γιατί μετά θα πάω στη Μόσχα επειδή σκηνοθετώ μία όπερα στα Μπολσόι.
Μιλούσαμε, μάλιστα, με τη Μαρία και γι’ αυτήν την όπερα και για την παρουσία της στην πρεμιέρα.
Μου λείπει πάρα πολύ η Μαρία. Την σκέφτομαι και εγώ και όλοι σχεδόν κάθε μέρα στο θέατρο, και επαναλαμβάνουμε μεταξύ μας διάφορες ιστορίες που μας έχει πει ή περιστατικά που θυμόμαστε με την ίδια. Είχε πάρα πολύ χιούμορ και αγαπούσε την ζωή, και είχε ένα πολύ ισχυρό ένστικτο για τη ζωή. Για παράδειγμα, εκείνη την τελευταία ημέρα που καταχειροκροτήθηκε, μετά στο καμαρίνι μου είπε: «Ύποπτο αυτό!». Ε, σε τρεις μέρες έφυγε…
                            
Την τελευταία ημέρα που την είδα στο νοσοκομείο, είχε την αγωνία για το θέατρο, τι θα κάνετε εσείς…
Γιατί ήταν και με τα παιδιά πολύ δεμένη. Όλα τα χρόνια με την Μαρία μιλούσα δύο φορές την ημέρα στο τηλέφωνο, μια γύρω στις 10-11 το πρωί και μια γύρω στις 6-7 το απόγευμα, σχεδόν επί 35 χρόνια. Και περνούσαμε συνήθως μαζί τα Χριστούγεννα, το Πάσχα, μαζί με την αξιολάτρευτη Λουκία που την αγαπούσε πολύ. Μας αγαπούσε σαν τους πιο κοντινούς της ανθρώπους.
Όταν μιλούσε για εσάς, έλεγε «ο γιος μου ο Θόδωρος».
Από παλιά, πολύ παλιά, κάναμε μαζί περιοδείες, στη Ρωσία, ήταν πάντα μαζί μου σε όλες τις σκηνοθεσίες, όπως και στην θεατρική ολυμπιάδα στη Μόσχα το 2001.

Δευτέρα 31 Οκτωβρίου 2011

«Τώρα υπάρχει μόνο φόβος»

                                «Η "Παρέλαση" γράφτηκε μέσα σε ένα βράδυ», λέει η Λούλα Αναγνωστάκη
Ο Γάλλος σκηνοθέτης Αντουάν Βιτέζ σε ένα γράμμα του στη Λούλα Αναγνωστάκη με αφορμή την «Παρέλασή» της, λίγο πριν από το ξέσπασμα του Μάη του '68, σημείωνε: «Η Λούλα πίσω από τα μαύρα της γυαλιά έβλεπε τη συμφορά, έβλεπε τον τρόμο (...). Τα είχε καταλάβει όλα»


Και σήμερα, τέσσερις δεκαετίες μετά, με τα ίδια ακριβώς γυαλιά ηλίου, καθώς η «Παρέλασή» της ξανανέβηκε από τον Ενκε Φεζολάρι στο Θέατρο του Νέου Κόσμου, ενώ η «Νίκη» αναμένεται να κάνει πρεμιέρα στο Εθνικό Θέατρο, η Λούλα Αναγνωστάκη, σαν Πυθία, παρακολουθεί τη νέα εθνική συμφορά, ανακαλύπτοντας μαζί μας πόσο ανατριχιαστικά διαχρονικά είναι και τα δύο θεατρικά κείμενά της.
Ο Ενκε Φεζολάρι, κυρία Αναγνωστάκη, έχει πει ότι στα έργα σας συναντά από τον Αλμοδόβαρ και τη Σάρα Κέιν μέχρι τον Μπέκετ και τον Παζολίνι, με μουσική υπόκρουση Τσιτσάνη! Εσείς με ποιον απ' όλους αυτούς αισθάνεστε συγγενής;
«Με τον Τσιτσάνη και τον Παζολίνι. Μάλλον, με κανένα. Με τον εαυτό μου!».
Εχετε τη γενναιοδωρία να παραχωρείτε το έργο σας ακόμη και σε νέα παιδιά, όπως ο Φεζολάρι. Δεν μένετε στην ασφάλεια των παλαιών, δοκιμασμένων ερμηνευτών.
«Θέλω να ανεβάζουν τα έργα μου πολλοί».
Γράφετε ρόλους για συγκεκριμένους ηθοποιούς;
«Πάντα όταν γράφω, έχω στο νου μου έναν ηθοποιό».
Θυμάστε πώς γράψατε την «Παρέλαση»;
«Η "Παρέλαση" γράφτηκε μέσα σε ένα βράδυ. Ηταν ένα πράγμα πρωτοφανές. Ο Κουν μού ζήτησε να γράψω ακόμη ένα έργο γιατί ήθελε να κάνει τριλογία. Είχε ήδη τη "Διανυκτέρευση" και την "Πόλη" και ήθελε το τρίτο να το γράψω σε μια εβδομάδα. Του απάντησα πως είναι αδύνατον. Οταν πήγα όμως στο σπίτι, άρχισα να το γράφω. Φαίνεται ήταν έτοιμο μέσα μου. Βγήκε σαν το νερό. Εκείνο το βράδυ δεν κοιμήθηκα. Πήγα τρέμοντας και το έδωσα στον Κουν. Του άρεσε τρομερά».
Εχετε απάντηση στο γιατί το έργο συγκινεί και τη σημερινή νεολαία που έχει άλλα βιώματα;
«Τα ίδια βιώματα έχουν όλες οι γενιές. Το φόβο του θανάτου. Ενα φόβο γενικά... Αν και η γενιά του Μανώλη (σ.σ.: Αναγνωστάκη) είχε ελπίδα. Τώρα, υπάρχει μόνο φόβος για το τι θα ξημερώσει».
Η «Παρέλαση», μολονότι γράφτηκε το '65, συνομιλεί... υπερβατικά με αυτό που ζούμε.
«Δεν έχει να κάνει με μια συγκυρία πεπερασμένη. Την υπερβαίνει. Ονειροπολούν, φαντάζονται οι ήρωες».
Τι είναι αυτά τα δυο παιδιά; Τι περιμένουν έγκλειστα;
«Το τέλος του κόσμου. Αλλά δεν ξέρεις αν είναι κι αλήθεια. Φοβούνται τα παιδιά αυτά να βγουν έξω. Δεν ξέρουν τι φοβούνται. Είναι το μεγάλο δωμάτιο; Στο τέλος αυτός ο φόβος επιβεβαιώνεται! Ερχονται τα τέρατα, οι άνθρωποι!».
Μ' αυτό που ζούμε στην Ελλάδα ως πολίτες, έχει έρθει το τέλος;
«Οχι. Δεν έχει καμία σχέση. Στο έργο είναι χειρότερα».
Η «Νίκη» πώς γεννήθηκε;
«Είναι ένα εντελώς ελληνικό έργο, αλλά και διεθνές. Δεν είναι έργο ρεαλιστικό. Οταν εμφανίζονται οι ήρωες και σκοτώνουν, το κείμενο προχωρά προς τα... έξω. Είναι η μανία του φόνου που διέπει γενικά κάθε τι ανθρώπινο».
Γράψατε το έργο έχοντας διαβάσει ή ακούσει ανάλογη ιστορία;
«Δεν πήρα ποτέ αυτούσια μια ιστορία. Αντλώ από εδώ και από εκεί. Με τη "Νίκη" ήθελα πάντως να περιγράψω τον ελληνικό λαό. Ολοι οι τύποι είναι ελληνικοί. Οι δυο γυναίκες, μάνα και κόρη, αγαπιούνται, αλλά δεν το δείχνουν. Ο Νίκος θέλει άλλα πράγματα απ' τη ζωή του και το ρίχνει στην τρέλα. Κι αυτοί που σκοτώνουν το χαφιέ θέλουν κάτι να κάνουν, χωρίς να ξέρουν τι...».
Η «Νίκη» γράφτηκε εύκολα;
«Ναι. Τα έργα τα σκέφτομαι πολύ και μετά τα γράφω. Ποτέ όμως δεν είναι μια ιστορία που τελειώνει».
Τα σκηνοθετείτε στο μυαλό σας;
«Πάντα. Στις πρόβες όμως πηγαίνω μόνο αν με καλέσει ο σκηνοθέτης. Είμαι ανεκτική στο ανέβασμα των έργων μου. Με πιάνει μόνο μια ηττοπάθεια όταν δεν είναι καλή η παράσταση».
Υπάρχει κάποιο έργο σας με το οποίο έχετε την πιο δυνατή σχέση;
«Δεν το σκέφτηκα αυτό ποτέ. Αλλά το "δικό" μου έργο είναι ένα: το "Διαμάντια και Μπλουζ"!».
Θα λέγατε ότι σας διαμόρφωσε ως συγγραφέα η εποχή που ζήσατε, η περιρρέουσα ατμόσφαιρα;
«Είναι δυνατόν να γράφεις χωρίς να επηρεάζεσαι; Τα έργα μου τα διαμόρφωσαν ό,τι έβλεπα, ό,τι άκουγα, ό,τι ζούσα. Αλλά και πράγματα που μέσα μου συνέβαιναν. Τα οποία κάποιες φορές ήταν πολύ πιο ισχυρά από αυτά που συνέβαιναν έξω». *

Τετάρτη 12 Οκτωβρίου 2011

Κώστας Μπαλάφας: Φωτογραφίζοντας μια εποποιία

Στη φωτογραφία: Στέφανος Σαράφης, Άρης Βελουχιώτης μπαίνουν στα Γιάννενα, 28 Δεκεμβρίου 1944

 «20 χρονών παιδί φωτογράφισα τα αισθήματά μου για την Αντίσταση. Έζησα τη γενιά του ’40. Αυτό το μεγαλούργημα. Ήταν η γενιά που εξαγόρασε το δικαίωμά της να ζει λεύτερα με το ίδιο της το αίμα. Έβλεπες τότε αυτό που λέμε προσφορά και που δεν το συναντάς σήμερα»

Η συνέντευξη πρωτοδημοσιεύτηκε στο περιοδικό «Φωτογράφος», τ. 59.. πηγή: vlemma 

Ιδιότυπη επικαιρότητα είχε η τελευταία του έκθεση «Κώστας Μπαλάφας. 
Το Αντάρτικο στην Ήπειρο, 1941-1944» στο Μουσείο Μπενάκη. Οι «δύσκολες» εικόνες της εποχής εκείνης έρχονται, σε μια επίσης δύσκολη εποχή, να κάνουν ένα «[…]μνημόσυνο των παλικαριών που βαριοκοιμούνται στις βουνοπλαγιές και τα διάσελα, άψαλτοι κι αμνημόνευτοι, σε πρόχειρους τάφους, χωρίς όνομα και σταυρό, σημαδεμένους μόνο με κύκλους και πέτρες π’ αράδιασαν με πόνο οι συναγωνιστές τους», όπως σημειώνει ο δημιουργός τους στην πρώτη τους έκδοση.
Φωτογραφίες κρυμμένες, κατά τη διάρκεια του εμφυλίου και μέχρι το 1974, από τη φίλη του φωτογράφου Ιουλία Γοργόλη, στο ξύλινο πάτωμα ενός γιαννιώτικου σπιτιού. Όντας ο δημιουργός τους μαχητής - τυφεκιοφόρος του 85ου Συντάγματος στην 6η Ταξιαρχία του ΕΛΑΣ, δεν θα μπορούσε να είναι σίγουρος για την ακεραιότητά τους. Εντάχθηκε στον αγώνα, «αθεράπευτα ερωτευμένος με τον τόπο του και τους ανθρώπους», όπως έλεγε χαρακτηριστικά για αυτόν, ο έτερος φωτογράφος της Αντίστασης, ο Σπύρος Μελετζής. Τότε δεν μπορούσε να διανοηθεί ότι κάποια στιγμή θα συγκαταλέγονταν ανάμεσα στους κορυφαίους Έλληνες εκπροσώπους του ρεύματος της ανθρωπιστικής φωτογραφίας. Ούτε μπορούσε να φανταστεί ότι οι εικόνες του θα ταξίδευαν ανά τον κόσμο μέσα από διεθνείς διοργανώσεις. Το σύνολο του έργου του δημιουργήθηκε αυθόρμητα, από βαθύτατη αγάπη κι ανυπόκριτο σεβασμό για τον λαϊκό άνθρωπο του μόχθου. Το εξηγεί, με την ποιητικότητα που διακρίνει το λόγο του, στη συνέντευξη που ακολουθεί. Καθώς την ξαναδιαβάζω, συνειδητοποιώ αναλογίες με το παρόν, που ποιος περίμενε να συναντήσει στην Ελλάδα του 21ου αι.: φτώχεια, αποκλεισμός, δεύτερη κατοχή;
Ήταν μια από τις πρώτες συναντήσεις μας. Σεπτέμβριος του 1997. Ο κήπος του στο Χαλάνδρι γεμάτος πορτοκαλιές, λεμονιές και ροδιές. Ο ίδιος συγκινητικά ευγενικός. Τολμηρός κι ευαίσθητος. 
Μια από τις πρώτες ερωτήσεις αφορούσε αυτό που κυρίως ήθελε να εκφράσει μέσα από την τέχνη της φωτογραφίας:
- Πρώτα τα βιώματα. 20 χρονών παιδί φωτογράφισα τα αισθήματά μου για την Αντίσταση. Έζησα τη γενιά του ’40. Αυτό το μεγαλούργημα. Ήταν η γενιά που εξαγόρασε το δικαίωμά της να ζει λεύτερα με το ίδιο της το αίμα. Έβλεπες τότε αυτό που λέμε προσφορά και που δεν το συναντάς σήμερα. Υπήρχαν γιατροί που γυρνούσαν στα χωριά , λες και ήταν Άγιοι Ανάργυροι, για να γιατρέψουν τη φτωχολογιά. Αυτή η ανθρωπιά, με την πλατύτερή της έννοια, με είχε συγκινήσει πάρα πολύ. Έτσι άρχισα. Πούλησα τη μηχανή που είχα και πήρα μια μικρή Robot που μου επέτρεπε να παίρνω «κλεφτές» φωτογραφίες. Με αυτήν φωτογράφισα την Αντίσταση. Πριν έπαιρνα κι εγώ αναμνηστικές, ηλιοβασιλέματα, χρυσάνθεμα και δεν συμμαζεύεται. Έπειτα ήταν τα προσωπικά βιώματα. Κατάγομαι βλέπετε από μια φτωχή και κακοτράχαλη περιοχή την οποία οι άνθρωποι τη στύβουν με τα χέρια και την ποτίζουν με ιδρώτα για να καρπίσει. Απ’την Ήπειρο. Απ’ τα Τζουμέρκα της Άρτας. Ένα από τα μεγάλα δράματα τότε ήταν ο ξενιτεμός. Έφυγα από κει 11 χρονών. Ήρθα κι εγώ όπως όλα τα παιδιά των φτωχών οικογενειών μόνος, για βιοπορισμό. Έκανα διάφορες δουλειές και πήγαινα νυχτερινό σχολείο.
- Η πρώτη μηχανή πώς έφτασε στα χέρια σας;

Τετάρτη 31 Αυγούστου 2011

Κάρλο Μίκελστετερ - "Έρημος"

Κυριακή 04/09/2011 - ΚΑΡΛΟ ΜΙΚΕΛΣΤΕΤΕΡ - ΕΡΗΜΟΣ - Θέατρο ΑΤΤΙΣ
Κυριακή 04/09/2011 - ΚΑΡΛΟ ΜΙΚΕΛΣΤΕΤΕΡ - ΕΡΗΜΟΣ - Θέατρο ΑΤΤΙΣ
ΘΕΑΤΡΟ - ΘΕΑΤΡΟ - ΑΙΣΧΥΛΕΙΑ 2011
Θέατρο ΑΤΤΙΣ
ΚΑΡΛΟ ΜΙΚΕΛΣΤΕΤΕΡ - ΕΡΗΜΟΣ
Σκηνοθεσία: Θεόδωρος Τερζόπουλος Παλαιό Ελαιουργείο - Παραλία Ελευσίνας
Ώρα έναρξης: 20:30, Εισ. 12€ - Φοιτ. 5€
  Στην παράσταση, στο κέντρο του άδειου σκηνικού χώρου βρίσκεται ένας μόνο ηθοποιός, το σώμα του οποίου μεταμορφώνεται σε πολυρυθμική μηχανή που μάχεται με τις στοιχειώδεις δυνάμεις της φύσης, όπως αυτή της βαρύτητας. Στο βλέμμα του μια ανεξερεύνητη απόσταση, ο νους του χαμένος κάπου αλλού, απ’ όπου πηγάζουν άπιαστα οράματα, αποσπάσματα από ιστορίες, βίαιες βλασφημίες, εκφράσεις μιας φωνής, απελπισμένης και καθαρής, στην προσπάθειά της να φτιάξει το λαβύρινθο στον οποίο χάνεται σε μια περιπέτεια της σκέψης συνταρακτικής έντασης. 
Συμπαραγωγή: Θεάτρο Άττις - Teatro Stabile del Umbria - Teatro Brunello Cucinelli - Emilia Romagna Teatro
Διασκευή: Πάολο Μουζίο- Θεόδωρος Τερζόπουλος
Σκηνοθεσία: Θεόδωρος Τερζόπουλος
Ερμηνεύουν: Πάολο Μουζίο - Θεόδωρος Τερζόπουλος
Κυριακή 04/09/2011 - ΚΑΡΛΟ ΜΙΚΕΛΣΤΕΤΕΡ - ΕΡΗΜΟΣ - Θέατρο ΑΤΤΙΣ Κυριακή 04/09/2011 - ΚΑΡΛΟ ΜΙΚΕΛΣΤΕΤΕΡ - ΕΡΗΜΟΣ - Θέατρο ΑΤΤΙΣ
ΚΡΙΤΙΚΕΣ 
Ο Θεόδωρος Τερζόπουλος, ο ιδρυτής του Θεάτρου Άττις, και ο Πάολο Μουζίο έχουν προσδώσει με εξαιρετικό τρόπο θεατρική μορφή στο φιλοσοφικό και ποιητικό κείμενο του Κάρλο Μικελστέτερ, Έρημος. Ένταση, πάθος, υποδειγματική χρήση του χρόνου και η κραυγή Ελελεύ να βγαίνει από τα κείμενα του Ηράκλειτου για τη φωτιά.
Nico Garone, La Republica
   
Μέσα από την ερμηνευτική μέθοδο του Τερζόπουλου, ο Πάολο Μουζίο βρίσκεται σε συνεχή διάλογο με το φιλοσοφικό κείμενο, χρησιμοποιώντας σαν όχημα τη σωματική του ενέργεια. […] Ακίνητος, με τα μάτια ορθάνοιχτα, αρθρώνει λέξεις, μεταφέρει οράματα και κινείται από την απελπισία στην εσωτερική έκρηξη.
Δημήτρης Τσατσούλης, Theater der Zeit, December 2007
 
ΚΑΡΛΟ ΜΙΚΕΛΣΤΕΤΕΡ
Ο Κάρλο Μικελστέτερ γεννήθηκε στη Γκορίτσια της Ιταλίας το 1887, από γονείς ιταλοεβραίους. Ο πατέρας του ήταν διευθυντής του Γραφείου Γενικών Ασφαλίσεων της Τεργέστης. Μετά από την αποφοίτησή του από το Γυμνάσιο της Γκορίτισα γράφτηκε στη Μαθηματική Σχολή της Βιέννης. Πολύ σύντομα μετακόμισε στη Φλωρεντία με την προοπτική να αφοσιωθεί στη ζωγραφική, αντί γι’ αυτό όμως, φοίτησε στη Φιλοσοφική Σχολή, όπου ασχολήθηκε κυρίως με την ποίηση και την ελληνική φιλοσοφία. Το 1909 επέστρεψε στη Γκορίτσια για να ετοιμάσει την πτυχιακή του εργασία. Στις 16 Οκτωβρίου του 1910 ο Μικελστέτερ τέλειωσε το γράψιμο της κριτικής επιφυλλίδας για την Πειθώ. Την επόμενη μέρα αυτοκτόνησε. Ο εκδοτικός οίκος ADELPHI έχει εκδώσει τα έργα του Κάρλο Μικελστέτερ Επιστολές (1983), Ποιήματα (1987) και το Διάλογο της υγείας (1988). Το έργο του Πειθώ και Ρητορική κυκλοφόρησε μαζί με τις Κριτικές Επιφυλλίδες το 1995.
 
Τα κείμενα του Κάρλο Μικελστέτερ που ο ίδιος συγκέντρωσε για την πτυχιακή του εργασία με τον τίτλο Πειθώ και Ρητορική αποτελούν ένα ετερογενές σύνολο του οποίου η έντονη ποιητική διάσταση βρίσκεται σε μια απελπισμένη φωνή. Η δραματουργία του Σχεδίου Μικελστέτερ βασίζεται σε αποσπάσματα που ξεχωρίζουν ακριβώς από το άκουσμα αυτής της εσωτερικής φωνής, σε μια από τις πιο πιθανές διαδρομές μέσα από τα θέματα της ποίησης του Μικελστέτερ. Ο Μικελστέτερ που γεννήθηκε στη Γκορίτσια και αυτοκτόνησε το 1910 στα 23 του χρόνια, ήταν προικισμένος με βλέμμα ποτισμένο με την ευρωπαϊκή κουλτούρα και ταυτόχρονα γερά ριζωμένο στην κλασική σκέψη. 
Η φύση της σκέψης του Μικελστέτερ, με βαθιές ρίζες στην ανατολή και στη δύση, στον 19ο αιώνα και στην κλασική εποχή, αποτελεί το κοινό έδαφος της συνεργασίας του Ιταλού ηθοποιού Πάολο Μουζίο με τον Έλληνα σκηνοθέτη Θόδωρο Τερζόπουλο.
Η Πειθώ είναι για τον Μικελστέτερ η προσπάθεια να πετύχουμε την εξουσία του εαυτού μας, η οποία ακυρώνεται πάντα από την αμείωτη ατέλεια της ζωής. Η Ρητορική είναι η συσκευή που παράγει λόγο, χειρονομίες, θεσμούς που κρύβουν τη μη δυνατότητα προσέγγισης της Πειθούς.
Ο Μικελστέτερ προχωρεί χωρίς να διστάζει σε ένα λαβύρινθο που δεν έχει έξοδο, με την ύπαρξή του ανάμεσα στη ζωή και το θάνατο και πυροδοτεί την έρευνα στη σύγχρονη τραγική διάστασή της, έρευνα που βρίσκεται πάντα στο επίκεντρο της δουλειάς του Θόδωρου Τερζόπουλου.
Το σύμπλεγμα των μύθων που περνούν μέσα από τον Άδη, είναι το κλειδί για την κατανόηση ενός θεάτρου τελεστικού, τραγικής διάστασης, στο οποίο η σκέψη του νεαρού ποιητή φιλοσόφου χάνει κάθε διαλεκτικό χαρακτηριστικό, κάθε παράθεση λόγου για να γίνει σώμα, ενέργεια, φυλακή, φλόγα, σύγκρουση, που πραγματοποιείται τώρα, με τη σκηνική πράξη, σ’ ένα φόντο σύγχρονης ερήμωσης, όπου έχει χαθεί κάθε ισορροπία.  
 ΑΙΣΧΥΛΙΑ


Για τον Θεόδωρο Τερζόπουλο 
Ο Θόδωρος Τερζόπουλος γεννήθηκε και μεγάλωσε στον Μακρύγιαλο Πιερίας. Τελειώνοντας το γυμνάσιο σπουδάζει στην δραματική σχολή του Κώστα Μιχαηλίδη κι έπειτα φεύγει για την Γερμανία όπου φοιτά στο Berliner Ensemble, δίπλα στους Ρουθ Μπερκχάους, Μάνφρεντ Βέκβερτ, Έκκεχαρτ Σάαλ και τον ίδιο τον Χάινερ Μύλλερ. Εκεί γνωρίζει τη φιλοσοφία του Bauhaus, που τον προίκισε με την έντονα σχηματική αντίληψη της κίνησης που διατηρεί μέχρι σήμερα.
Επιστρέφοντας στην Ελλάδα, σκηνοθετεί επί σειρά ετών στο Κ.Θ.Β.Ε. και το 1985 αναλαμβάνει διευθυντής της Διεθνούς Συνάντησης για το Αρχαίο Δράμα στους Δελφούς, όπου καλώντας και γνωρίζοντας σκηνοθέτες από όλο τον κόσμο, αποφασίζει να ερευνήσει έναν νέο τρόπο προσέγγισης στο πεδίο του αρχαίου δράματος. Το στίγμα που διαμορφώνει παρουσιάζεται για πρώτη φορά με τις Βάκχες, το καλοκαίρι του 1986.
Η παράσταση φεύγει για παγκόσμια περιοδεία και διακρίνεται (Φεστιβάλ Μάλαγας). Οι Βάκχες σηματοδοτούν την παγκόσμια καθιέρωση του θιάσου του, "Άττις". Ο Τερζόπουλος συνεργάζεται πλέον με θιάσους και οργανισμούς σε όλο τον κόσμο, ενώ ο θίασος "Άττις" προσκαλείται να παρουσιάσει τη δουλειά του, που έχει ως χαρακτηριστικό την τεράστια ένταση του σώματος, μια κατάσταση έκστασης που προκαλείται από την ιδιαίτερη μέθοδο προετοιμασίας των ηθοποιών.
Ο διεθνής Ελληνας σκηνοθέτης τον Ιούνιο αναγορέυτηκε επίτιμος καθηγητής της Κεντρικής Ακαδημίας Θεάτρου της Κίνας, Επίσης κυκλοφόρησε το πρώτο του βιβλίο στα κινέζικα πάνω στην περίφημη -και διεθνώς πια- μέθοδό του. 

ΤΟ ΘΕΑΤΡΟ "ΑΤΤΙΣ"
Το Θέατρο Άττις ιδρύθηκε το 1985 στους Δελφούς από τον Θεόδωρο Τερζόπουλο με βασικό στόχο την έρευνα της αρχαίας ελληνικής τραγωδίας και σημαντικών κειμένων της παγκόσμιας δραματουργίας. Στα 27 χρόνια της δημιουργικής πορείας του, το Θέατρο Άττις έχει παρουσιάσει μόνο στο εξωτερικό 1.850 παραστάσεις. Συνεργάζεται με διεθνή φεστιβάλ και θέατρα του εξωτερικού ως συμπαραγωγός πολυγλωσσικών και πολυπολιτισμικών παραστάσεων.
Προωθεί το σύστημα εργασίας του (θεωρία και πρακτική) και έχει διοργανώσει 300 εργαστήρια και 50 θεωρητικά συμπόσια, τα περισσότερα απ' αυτά σε συνεργασία με σημαντικές ακαδημίες θεάτρου. Βιβλία για το Θέατρο Άττις και τον Θ. Τερζόπουλο έχουν εκδοθεί και μεταφραστεί σε πολλές γλώσσες (ελληνικά, γερμανικά, αγγλικά, τούρκικα, ρώσικα, κινέζικα, πολωνικά) και έχουν δημοσιευθεί πολλά επιστημονικά δοκίμια και άρθρα σε όλο τον κόσμο. Οι παραστάσεις αρχαίας τραγωδίας του Θεάτρου Άττις, οι οποίες θεωρούνται υποδειγματικές, διδάσκονται σε 30 πανεπιστημιακές έδρες σε όλο τον κόσμο.
Στους χώρους του Θεάτρου Άττις διοργανώνονται συχνά εικαστικές εκθέσεις (Κουνέλλης, Ψυχοπαίδης, Τζιώτης, Μεϊμάρογλου, Χρυσικόπουλος κα). Επίσης έχουν φιλοξενηθεί παραστάσεις από το εξωτερικό (Ηλέκτρα, σε σκηνοθεσία Tadashi Suzuki κα). Το Θέατρο Άττις διαθέτει δυο σκηνές.Θέατρο ΑΤΤΙΣ


Ακολουθεί αναδημοσίευση ενός κειμένου του Θεόδωρου Τερζόπουλου από το βιβλίο του “ΘΕΟΔΩΡΟΣ ΤΕΡΖΟΠΟΥΛΟΣ και ΘΕΑΤΡΟ ΑΤΤΙΣ-ΑΝΑΔΡΟΜΗ, ΜΈΘΟΔΟΣ, ΣΧΟΛΙΑ” 2000, Εκδόσεις ΑΓΡΑ.  ΘΕΟΔΩΡΟΣ ΤΕΡΖΟΠΟΥΛΟΣ  ΑΝΑΔΡΟΜΗ και ΜΕΘΟΔΟΣ

Προέρχομαι από μια οικογένεια η οποία μετά τον εμφύλιο βρέθηκε από την μεριά των ηττημένων, από μια κοινωνική ομάδα που πολεμήθηκε πολιτικά αλλά και ψυχολογικά. Από τη στιγμή που βρέθηκα από τη μεριά αυτών που στέκονταν στο περιθώριο των, είχα τη δυνατότητα να βλέπω με μάτι κριτικό τον κόσμο. Είχα αυτόματα μια φυσική κριτική θέση απέναντι στα πράγματα. Από μικρός ήμουνα θεατής του κοινωνικού θεάτρου. Παρατηρούσα την καθημερινή συμπεριφορά των νικητών και από αντίδραση άρχισα σιγά σιγά να πλάθω τις δικές μου ιστορίες και εικόνες. Γεννήθηκα και μεγάλωσα σ’ ένα χωριό με έντονα τα στοιχεία της παράδοσης και ισχυρή τη μνήμη ενός πνευματικού παρελθόντος. Στο χωριό μου, τον Μακρύγιαλο Πιερίας, οι προοδευτικοί κάτοικοι, καπνοπαραγωγοί και ψαράδες, στην πλειονότητα τους πρόσφυγες από τον Πόντο, έφεραν μαζί τους στοιχεία μιας αυθεντικής κουλτούρας. Θυμάμαι συζητήσεις στις αυλές των σπιτιών για τους προγόνους, για τις χαμένες πατρίδες, για τους πολιτικούς εξόριστους, για τα καθημερινά προβλήματα, αλλά πάντα και για κάτι άλλο που υπερβαίνει τη ζωή.